Πώς θα ξεχωρίσουμε από τον «χύδην όχλο»; Διαβάζοντας τα δύσκολα και τα δυσνόητα (που τάχα μόνον εμείς καταλαβαίνουμε). Και περιφρονώντας τα εύκολα και ευχάριστα. Η τέχνη για εμάς δεν είναι τέρψη – είναι πρόβλημα, γρίφος, οδύνη, άχθος, αγωνία και άγχος.
Κι αν ένα έργο έχει κάνει πολλές εκδόσεις, τότε αποκλείεται να είσαι σημαντικό – καθότι λαϊκό (Άμοιρε Τολστόι)! Κι αν μας δίνει ευχαρίστηση –ώ! Του κρύπτο-πουριτανισμού!-, είναι φτηνό και δεύτερο. «Τι είπατε; Καλογραμμένο βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα; Ε! Αυτό σημαίνει σαφώς πως δεν είναι λογοτεχνία!»
Α! Μωρές Σουσούδες της τέχνης – μεγαλόσχημοι κριτικοί και σχολιογράφοι που κατατρομάζετε το κοινό, ζωγραφίζοντας την ομορφιά με μαύρα χρώματα! Άξιζε να σας περιλάβουν ο Σουίφτ, ο Ροΐδης κι ο Βολτέρος (όλοι «εύκολοι» και ευχάριστοι», γιατί εγώ δεν βρίσκω αρκετά λόγια να σας ξεφωνίσω. Τάχα λοιπόν χορτάσατε τους κλασικούς – και τώρα πια ακούτε μόνον Ξενάκις. Και δεν υποπτευθήκατε ποτέ ότι ο «ευχάριστος» μπορεί να είναι δέκα φορές πιο βαθύς από τους δυσκοίλιους – και δέκα φορές πιο ευεργετικός.