
Ήταν ένα μήλο. Άλλο ένα μήλο ακολούθησε αμέσως το πρώτο. Ο Γκρέγκορ στάθηκε αλαφιασμένος. Δεν υπήρχε λόγος να τρέχει, γιατί ο πατέρας είχε πάρει την απόφαση να τον βομβαρδίσει. Είχε γεμίσει τις τσέπες του με μήλα από τη φρουτιέρα που ήταν πάνω στο μπουφέ και τα ‘ριχνε, το ένα μετά το άλλο, δίχως να σκοπεύει καλά.