Ant1+
“Always More” Strategy for the launch campaign and Brand ID of Ant1+, the new greek streaming platform.
The Lion and the Nightingale

Back home he took care of the house, read articles from the day’s papers and opened a book. He went to bed early. Under the blanket he remembered the twenty-six people detained while trying to reach Taksim Square in 2013. A seventeen-year-old called Dilan Alp was wounded when a canister hit her on the head. He remembered how all the streets leading to Taksim were blocked in 2014. He remembered the moment the reforms began to roll back. More than two hundred protesters were detained.
Το μόνον της ζωής μου ταξείδιον

«Ήνοιγον τήν θύραν εναγωνίως και εντός του περιστρεφόμενου τούτου μικρού ερμαρίου με υποδέχετο κανένα «μοχαλεμπί», κανένα «μπουρέκι», ή «μπακλαβάς», ή άλλο τι γλυκύτατον πράγμα από εκείνα, τα οποία δεν έχουν μεν γλώσσαν, αισθάνεσαι όμως άμα τα ιδής, ότι σοί λέγουν επανειλημμένως «φάγε με». Τουθ’ όπερ και έπραττον εγώ, εννοείται, χωρίς πολλών διατυπώσεων».
Μεσάνυχτα στη Βιβλιοθήκη

«Ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο υπάρχει μια βιβλιοθήκη. Και μέσα σ’ αυτή τη βιβλιοθήκη, τα ράφια συνεχίζονται επ’ άπειρον. Κάθε βιβλίο σού δίνει μια ευκαιρία να δοκιμάσεις μιαν άλλη ζωή που θα μπορούσες να έχεις ζήσει. Να δεις πώς μπορεί να ήταν τα πράγματα, αν είχες κάνει διαφορετικές επιλογές… Θα είχες κάνει κάτι διαφορετικό, αν είχες την ευκαιρία να αναιρέσεις αυτά για τα οποία μετάνιωσες;»
Το βιβλιοπωλείο των μικρών θαυμάτων

Ο Έντουαρντ Λίβινγκστον είχε χάσει το μέτρημα, δεν ήξερε πόσα χρόνια ήταν βιβλιοπώλης. Δεν επρόκειτο για επαγγελματικό πάθος, ήταν θέμα επιβίωσης: ο κύριος Λίβινγκστον καταλάβαινε καλύτερα τα βιβλία από τους ανθρώπους. Αν και αυτή η τελευταία παρατήρηση δεν ήταν απολύτως σωστή -υπάρχουν εξαιρέσεις ακόμα και για τον πιο επιτήδειο βιβλιοπώλη-, γιατί η ζωή σ’ ένα βιβλιοπωλείο είχε πολλά βιβλία και λίγους πελάτες.
10 Λεπτά και 38 Δευτερόλεπτα σ’αυτόν τον Παράξενο Κόσμο

Στο τοπικό χαμάμ που επισκέπτονταν οι πόρνες μία φορά την εβδομάδα, έπλενε κι έτριβε το σώμα της, ώσπου πύρωνε και κατακοκκίνιζε και επιστρέφοντας, έβραζε τα σεντόνια της και τις μαξιλαροθήκες της. Μάταιος κόπος. Τα παράσιτα ξανάρχονταν ανελλιπώς.
Η Τελευταία Μπλόφα

Ελένη Βαρβιτσιώτη, Βικτωρία Δενδρινού – Εκδόσεις Παπαδόπουλος
Έτσι, στις 6 Μαρτίου, ο Βαρουφάκης απέστειλε στις Βρυξέλλες έναν ενδεκασέλιδο κατάλογο με τα προτεινόμενα μέτρα, το περιεχόμενο των οποίων όμως ήταν τουλάχιστον ανορθόδοξο. Ένα από αυτά, για παράδειγμα, προέβλεπε να προσληφθούν φοιτητές, νοικοκυρές και τουρίστες ως κρυφοί ελεγκτές που θα προέβαιναν σε καταγραφή φορολογικών παραβιάσεων, εφοδιασμένοι με μικρόφωνα και μικροκάμερες. Θεωρούσε ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να παταχθεί η εκτεταμένη φοροδιαφυγή. «Μόνο και μόνο η “είδηση” ότι χιλιάδες ανεπίσημοι “΄παρατηρητές” των φορολογικών αρχών, εξοπλισμένοι με όργανα καταγραφής ήχου και εικόνας, βρίσκονται παντού, αρκεί για να αλλάξουν όλα πολύ γρήγορα» ανέφερε η επιστολή του. Στις Βρυξέλες νόμιζαν ότι τους έκαναν πλάκα.
Μάργκαρετ Θάτσερ – Η ζωή και η κληρονομιά της

Στο μυθιστόρημα του Dirty Tricks (1991) ο Micheal Dibdin βάζει στο στόμα της Thatcher τα εξής λόγια: Για όνομα του θεού, μη μου μιλάτε για την κουλτούρα. Το μόνο που κάνετε είναι να βουλιάζετε στον καναπέ και να βλέπετε τηλεόραση. Μη διαμαρτύρεστε λοιπόν. Σας ξέρω. Είστε εγωιστές, άπληστοι, αμόρφωτοι κι αυτάρεσκοι. Γι΄αυτό ψηφίστε με!».
Το κίνημα της αυτοκτονίας

Το φαγητό και η δήλωση της Αδριανής έλυσαν τη γλώσσα του Ζήση. Ήταν η πρώτη φορά που μίλησε για τον εαυτό του. Μασ είπε για τους γονείς του, που είχαν έρθει πρόσφυγες από τη Μικρασία, και πώς ο πατέρας του έχτισε το σπίτι στην οδό Εκάβης με τα χέρια του. Μετά έκανε άλλο ένα βήμα και μίλησε για τη ρήξη με τον πατέρα του, όταν του είπε ότι είχε μπει στο κίνημα, αλλά και για τη συντριβή του, όταν έμαθε στη Μακρόνησο ότι ο Πατέρας του είχε πεθάνει.
“Όταν μεγαλώσει ο Λάμπρος θέλω να του μιλήσεις για όλα αυτά” του είπε η Αδριανή. [..]
“Γιατί;” απόρησε ο Ζήσης. “Γιατί πρέπει να μιλήσω στο Λάμπρο για πίκρες και βάσανα; Επειδή πήρε το όνομα μου;”
“Όχι, αλλά γιατί μείς ξέρουμε αυτό που πολλοί σήμερα έχουν ξεχάσει: ότι η φτώχεια είναι και ένα είδος βιταμίνης. Σου δίνει δυνάμεις για να παλεύεις. Χωρίς αυτήν, ο Λάμπρος θα γίνει σαν κάποιους νέους, που θεωρούν τη δυστυχία συνομωσία.”