
Κάθονται σε ένα βράχο. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι εκείνη λέει, Αφουγκράσου πόσο ήσυχος είναι αυτός ο τόπος. Εκείνος δε θα το είχε πει αυτό, ούτε σ’ αυτήν, ούτε στον διευθυντή φωτογραφίας. Υπάρχουν χιλιάδες ήχοι στο νησί. Αντ’ αυτού, στρέφεται στη γυναίκα που θα γίνει η μητέρα μου και λέει: Είμαστε οδυνηρά δεμένοι. Εκείνη σκέφτεται ότι ακούγεται ωραίο. Και λιγάκι δυσάρεστο. Και δυσνόητο. Και αληθινό. Και ίσως κάπως γλυκανάλατο.