
Δε θα γράψω πολλά για το ταξίδι μου στη Ρώμη. Κυρίως γιατί έχει περάσει καιρός (Μάρτιος ’16) και ξεχνώ. Ίσως και καλύτερα, για να γράψω μόνο την ουσία, το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξα τότε και ακόμα το θυμάμαι.
Να πω εδώ πως όταν μιλάω για συμπέρασμα δεν εννοώ ότι η Ρώμη είναι τάδε ή Ιταλοί είναι έτσι κλπ κλπ. Δε μου αρέσουν οι γενικότητες και ποτέ δεν έχω την ανάγκη να καταλήξω σε συμπεράσματα. Πουθενά. Ας το πούμε λοιπόν, «μια σκέψη» που μου γεννήθηκε περπατώντας στους δρόμους της Ρώμης και … τρώγοντας:
Στην Ιταλία είχα ξαναπάει πολλές φορές. Κυρίως στη Βόρεια όταν σπούδαζα στη Λουμπλιάνα της Σλοβενίας. Στη Ρώμη όμως ποτέ. Τι να πει κανείς για την ποικιλία και το μέγεθος των αρχαιοτήτων σε αυτή την πόλη. Πάντου: όπου κι αν γυρίσεις, σε όποιο σοκάκι κι αν στρίψεις θα πέσεις πάνω σε ένα μνημείο / μουσείο / ιστορικά κτήρια κλπ. Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη δυτική μητρόπολη με τέτοια γκάμα! Εξήγηση φυσικά υπάρχει αν κοιτάξει κανείς τoν Ρωμαϊκό πολιτισμό αλλά και την ικανότητα που είχαν οι Ρωμαίοι να προσετερίζονται πολιτισμούς, να τους αντιγράφουν και να τους αποδίδουν με το –περίπου- δικό τους ύφος και μέγεθος.
Τόσοι και τόσοι άνθρωποι έφαγαν τη ζωή τους στα θέμελια, στα εργαστήρια, στα γιαπιά και στις ταράτσες της Ρώμης δουλεύοντας ξανά και ξανά πάνω στην Τέχνη τους, βάζοντας τα όρια της ένα μέτρο πιο κει. Ο Μιχαήλ Άγγελος, ας πούμε, που πέρασε 4 χρόνια ανάσκελα στις σκαλωσιές του ταβανιού της Καπέλας Σιξτίνα για να ολοκληρώσει το αξεπέραστο αυτό έργο.
Και όχι μόνο, περπατώντας τους δρόμους της Ρώμης, ανάμεσα στα σύγχρονα μαγαζιά και τα τουριστικά στέκια μετράς πόσος χρόνος αφιερώθηκε σε όλα αυτα τα δημιουργήματα. Αλλά και πόσος χώρος ε; Τι σημασία είχε η Τέχνη για τη ζωή των ανθρώπων κατά περιόδους και πόσο αυτή η παραγωγή εξαπλωνόταν σε κάθε μορφή της πόλης. Από τη ζωγραφική στην αρχιτεκτονική και από εκεί στη γλυπτική, το θέατρο και την ποίηση.
Βλέπεις όμως και πόση σημασία έχει για κάποιες πόλεις και σήμερα, ό,τι τους έχει παραδοθεί από το χτες. Πόσο το σέβονται, πόσο το αναδεικνύουν, πόσο το εκμεταλλεύονται.
Με τόσο περπάτημα, κάποια στιγμή πεινάσαμε και μπήκαμε τυχαία και βιαστικά – μια που έβρεχε-σε ένα εστιατόριο. Έφερνε σε ταβέρνα περισσότερο. Τίποτα σπουδαίο. Και το φαγητό της τελικά. Μετριότατο. Όμως, όσοι ώρα καθίσαμε, έμπαινε κόσμος και έβγαινε συνέχεια. Δεν ήταν γεμάτο ποτέ το μαγαζί, όμως είχε συνέχεια κίνηση, κυρίως από τουρίστες. Και σίγουρα όχι εξαιτίας του φαγητού που προσέφερε ή της διαφήμισης που (σίγουρα και ποτέ δεν) έκανε.
Γιατί είχε κίνηση αυτό το μαγαζί; Μα γιατί φυσικά ο Ντα Βίντσι πέρασε έφαγε την πλάτη του 4 χρόνια στις σκαλωσιές της Καπέλα Σιξτίνα.
Κακά τα ψέματα:
– Η εμπορική κίνηση και η οικονομική ανάπτυξη, πάντα και παντού, δημιουργούσε άνθιση του πολιτισμού.
– Ο σεβασμός και η αξιοποίηση των παραγώμενων του πολιτισμού φέρνει εμπορική κίνηση και οικονομική ανάπτυξη ακόμα και χρόνια, πολλά χρόνια μετά.
Αθήνα ακούς;
[Δες εικόνες από το ταξίδι μου στη Ρώμη στο fayumpix.tumblr.com]